Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Ρεφλεξολογία - Έρευνα - Πράξη

Η αναγκαιότητα της γνώσης που προσφέρει η έρευνα, στην καλύτερη επαγγελματική άσκηση της Ρεφλεξολογίας αλλά και άλλων τεχνικών φροντίδας της υγείας.

Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αύξηση των κλινικών μελετών και ερευνών για την αποτελεσματικότητα της Ρεφλεξολογίας σε θέματα που αφορούν την φροντίδα της υγείας.  Σε τι μας βοηθάει η γνώση αυτών των ερευνών;
Πρόκειται μόνο για την ακαδημαϊκή μας ενημέρωση;  Πρόκειται μόνο για μια «απάντηση» σε κάποιον που θέλει πιο επιστημονικά στοιχεία για τη Ρεφλεξολογία;
Στην καθημερινή επαγγελματική μας πρακτική, που βρίσκεται το όφελος;  Αξίζει τον κόπο και το χρόνο που θα διαθέσουμε για να μάθουμε τι γίνεται σε επίπεδο ερευνών για τη δουλεία μας, πέρα από την απλή ενημέρωσή μας; Και γιατί;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Μαζί με την ανάπτυξη στο πεδίο των ερευνών, αρχίζει να γίνεται συζήτηση για την ανάπτυξη των ικανοτήτων μας (των ασκούντων Ρεφλεξολογία αλλά και άλλες μεθόδους) ώστε να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις έρευνες. Τι ικανότητες ή δεξιότητες απαιτεί αυτό; 
 
Καλούμαστε – από τις συνθήκες – να αναπτύξουμε την ικανότητα να αναζητούμε τις έρευνες, την ικανότητα να τις διαβάζουμε σωστά, την ικανότητα να βγάζουμε από το συμπέρασμα της κάθε έρευνας, τα σημεία εκείνα που θα μπορέσουμε να εφαρμόσουμε στην επαγγελματική μας πρακτική.  Καλούμαστε να αναπτύξουμε την ικανότητα της συνδυαστικής σκέψης και σ αυτό το πεδίο.

Ας σκεφτούμε από πόσες και ποιες πηγές μπορούμε να έχουμε πληροφορίες γι αυτό που ασκούμε και πώς μπορούμε να τις συνδυάσουμε ώστε να έχουμε καλύτερο αποτέλεσμα. 

Αρχικά, έχουμε την προσωπική επαφή με τον δέκτη.  Έχουμε τα στοιχεία που μας δίνει ο ίδιος για το τι νιώθει και για τα συμπτώματά του(1).  Έχουμε από τον ίδιο την πληροφόρηση για την ιατρική διάγνωση(2) - αν υπάρχει.  Στη συνέχεια έχουμε τα αρχικά «στοιχεία» που μας δίνουν τα πέλματα από την παρατήρησή μας.(3).
Κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της Ρεφλεξολογίας, έχουμε τα στοιχεία που μας δίνουν τα πέλματα. Τα ευαίσθητα σημεία και το πώς νιώθει σε συγκεκριμένες πιέσεις συγκεκριμένων σημείων – ανακούφιση, ενόχληση, κ.οκ (4). Και εν τέλει, έχουμε  τα στοιχεία που μας δίνει ο δέκτης για τη συνολική πορεία του οργανισμού του και την πορεία των συμπτωμάτων (5).  Τις αλλαγές που νιώθει και το πώς βιώνει ο οργανισμός του τη Ρεφλεξολογία. 

Κάθε φορά, συνυπολογίζουμε τα στοιχεία 1,2,3,4 και 5.  Παρατηρούμε και μείς τις αλλαγές και τις αντιδράσεις. Κάθε φορά, προσαρμόζουμε τόσο τις πιέσεις όσο και τα αντανακλαστικά σημεία, για να συμβαδίζουμε με τα στοιχεία που λαμβάνουμε. 
Αυτή η διαδικασία απαιτεί ήδη συνδυαστική σκέψη.  Απαιτεί διαρκή παρατήρηση και διαρκή αναζήτηση.  Απαιτεί τη στενή συνεργασία του Ρεφλεξολόγου και του δέκτη όχι μόνο κατά τη διάρκεια της συνεδρίας.  Αυτό δηλαδή που ονομάζουμε ανατροφοδότηση ή όπως είναι ευρέως γνωστό ως feedback.  Σε κάθε δράση έχω την γνώση για το τι προκάλεσε αυτή η δράση και ανάλογα με το στόχο και το ζητούμενο, αναπροσαρμόζω το σχεδιασμό μου. 

Κάθε τέτοια περίπτωση, αποτελεί στην ουσία μια μελέτη περίπτωσης.  Εφαρμόζουμε μια θεωρία σε μια περίπτωση και παρατηρούμε αν η θεωρία ισχύει.  Όταν οι μεμονωμένες περιπτώσεις γίνονται αρκετές, όταν έχουμε τη μαρτυρία πολλών ανθρώπων για ένα αποτέλεσμα που είχαν από την εφαρμογή μιας θεωρίας – στη συγκεκριμένη περίπτωση, της Ρεφλεξολογίας – τότε αρχίζει να γίνεται αναγκαιότητα να προχωρήσουμε σε πιο συγκεκριμένες μορφές έρευνας. 

Μια τέτοια μορφή είναι η «κλινική μελέτη».  Οι προσωπικές μαρτυρίες, οι προσωπικές εμπειρίες τόσο οι δικές μας όσο κι  αυτών που δέχονται Ρεφλεξολογία, δε μπορούν να μετρηθούν ούτε σε μεγαλύτερη κλίμακα ούτε και σε μετρήσιμα μεγέθη σαν αυτά που προσφέρουν μια κλινική μελέτη. Στις κλινικές μελέτες έχουμε τη δυνατότητα να μετρήσουμε πολλές παραμέτρους ξεχωριστά και σε συνδυασμό και όχι απλώς να έχουμε τα αποτελέσματα παρατηρήσεων (1-5) - τα οποία έχουν σαφώς τη δική τους αξία. Έχουμε τη δυνατότητα να εξάγουμε συμπεράσματα θετικά ή αρνητικά αλλά σε κάθε περίπτωση χρήσιμα
Σ αυτό το σημείο θα πρέπει να συνυπολογίσουμε βεβαίως και τους παράγοντες ή τις παραμέτρους εκείνες που δε μπορούν να είναι απόλυτα μετρήσιμες.  Ο πόνος, η προσωπική επαφή, το άγγιγμα, είναι πολύ προσωπικά βιώματα για να μπορούν να μετρηθούν σε απόλυτους αριθμούς.

Έτσι, στις προηγούμενες πηγές πληροφοριών 1-5, θα πρέπει να προσθέσουμε και αυτή την πηγή.  Τα αποτελέσματα των κλινικών μελετών(6). Να χρησιμοποιήσουμε τη γνώση αυτή προς όφελος της αποτελεσματικότερης και ασφαλέστερης άσκησης της Ρεφλεξολογίας. 

Σε τι θα βοηθήσει η γνώση αυτών των κλινικών μελετών και των ερευνών;

Η κλινική έρευνα, έχει μια κοινή παγκόσμια αποδεκτή γλώσσα. Η χρήση αυτής της κοινής γλώσσας μας κάνει μέρος ενός παγκόσμιου δικτύου επαγγελματιών φροντίδας της υγείας.  Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε πιο εύκολα να μοιραστούμε γνώση και εμπειρία για την βελτιστοποίηση των τεχνικών μας. Να μοιραστούμε προβληματισμό και να δημιουργήσουμε νέα γνώση, προς όφελος όλων μας.

Η κοινή επιστημονική γλώσσα μπορεί να βοηθήσει στην ευρύτερη αποδοχή των αφάρμακων τεχνικών φροντίδας της υγείας, από ένα μεγαλύτερο μέρος της ιατρικής κοινότητας αλλά και των επαγγελματιών υγείας γενικότερα.  Αυτό θα οδηγήσει στο κοινό καλό.  Στην απλή και καθόλου απλοϊκή πρόταση «Αν η Ρεφλεξολογία μπορεί να βοηθήσει προκαλώντας μηδενικές παρενέργειες, γιατί να μην γίνει γνωστή; Γιατί να μην εφαρμοστεί σε πιο ευρεία κλίμακα;»

Η χρήση των Συμπληρωματικών Αγωγών* από τους πολίτες παρουσιάζει εντυπωσιακή αύξηση και είναι πλέον μια πραγματικότητα που δε μπορούμε να παραβλέψουμε.  Όλο και περισσότερο γίνεται επιτακτική η ανάγκη συνεργασίας των επαγγελματιών που ασκούν Συμπληρωματικές Αγωγές, με τους θεράποντες ιατρούς για την καλύτερη αμφίδρομη ενημέρωση.  Αντί να γίνεται «στα κρυφά», αντί να «ταΐζουμε» μια αντιπαλότητα που στην ουσία δεν έχει απολύτως κανένα λόγο να υπάρχει, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την κοινή γλώσσα της έρευνας για να συνεργαστούμε στο μέτρο της ευθύνης του καθενός.
  
Μπορεί να βοηθήσει στο μεγάλο και επίκαιρο θέμα της εποχής μας. Τη διάχυση της πληροφορίας.  Το δικαίωμα που έχουμε όλοι να είμαστε πλήρως ενημερωμένοι για όλες τις δυνατότητες που έχουμε να φροντίσουμε την υγεία μας.

Σε ατομικό επίπεδο, μπορεί να βοηθήσει τον κάθε Ρεφλεξολόγο να βελτιώσει την πρακτική του. Να μάθει για τα διαφορετικά αποτελέσματα που μπορεί να υπάρχουν από τη συχνότητα των συνεδριών, από τα είδη της πίεσης ή της μάλαξης. Να μάθει που είναι αποτελεσματικότερη η στοχευμένη Ρεφλεξολογία και πού όχι. Πού ήταν πιο αποτελεσματική η μάλαξη από την πίεση. Να μπορεί να ξέρει, σε ποιες περιπτώσεις δεν υπάρχουν ξεκάθαρα αποτελέσματα ή ακόμα και σε ποιες περιπτώσεις η Ρεφλεξολογία δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Για να τα μάθουμε όμως όλα αυτά, θα πρέπει να μάθουμε να «διαβάζουμε» μια έρευνα, κρίνοντας αντικειμενικά τα αποτελέσματά της. 

Είναι σοφό και έντιμο, να θέλουμε να μάθουμε όχι μόνο τις δυνατότητες αλλά και τους περιορισμούς της Ρεφλεξολογίας.  Γιατί έτσι θα είμαστε πιο αποτελεσματικοί, στην άσκηση τους επαγγέλματός μας και κυρίως πιο αξιόπιστοι.  Αυτή η συνετή στάση και πορεία θα οδηγήσει εν καιρώ στην αποδοχή της Ρεφλεξολογίας από μεγαλύτερο μέρος πληθυσμού αλλά και της κοινότητας των επαγγελματιών υγείας.

Στη χώρα μας, η δυσκολία της γλώσσας αλλά και μια τάση να μένουμε στις τεχνικές που διδαχτήκαμε (αφού έτσι κι αλλιώς έχουν αποτέλεσμα – θα μπορούσε να πει κάποιος), μας έχει κρατήσει λίγο πίσω τόσο στον τομέα της πρωτογενούς έρευνας όσο και στη χρήση των ερευνητικών αποτελεσμάτων που υπάρχουν ήδη από άλλες χώρες και διάφορους φορείς. Έτσι καταλήγουμε, τουλάχιστον στο χώρο των Ρεφλεξολόγων, απ όσους ασκούν τη μέθοδο, να έχουν γνώση αυτού του πεδίου, ελάχιστοι.


Θεωρώ αναγκαία τη διευκρίνηση οτι η έλλειψη της γνώσης των ερευνών για τη Ρεφλεξολογία, δεν καθιστά το Ρεφλεξολόγο ανεπαρκή.  Η γνώση των ερευνητικών αποτελεσμάτων μπορεί να τον οδηγήσει σε καλύτερη άσκηση του επαγγέλματός του. 

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν μένω στην ανάγκη να  αναπτύξουμε τις ικανότητές μας στην αναζήτηση, στην «ανάγνωση» και στη χρήση των αποτελεσμάτων των ερευνών αλλά και στην πορεία για ανάπτυξη της έρευνας και στη χώρα μας.  Σημαντική ευθύνη σε όλο αυτό, έχει σαφώς ο κάθε επαγγελματίας ατομικά αλλά και οι φορείς εκπαίδευσης της Ρεφλεξολογίας.

*Διευκρινίζεται ότι εδώ σκόπιμα γίνεται αναφορά στις Συμπληρωματικές Αγωγές και όχι στις Εναλλακτικές Θεραπείες γενικότερα, για τα οποία θα ακολουθήσει ειδική ανάρτηση. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου